Σον - ε - Λουάρ

Σον - ε - Λουάρ
(Saône-et-Loire). Νομός της Γαλλίας που καλύπτει και τμήμα της Βουργουνδίας. Έχει έκταση 8.575 τ. χλμ. Ο νομός παράγει γεωργικά προϊόντα και έχει και σχετικά αναπτυγμένη κτηνοτροφία. Σημαντικός πόρος του νομού είναι και τα δασοκομικά προϊόντα. Η βιομηχανία του είναι επίσης σημαντική, κυρίως σε προϊόντα υαλουργίας και κατεργασίας ξύλων. Πρωτεύουσα του νομού είναι η πόλη Σαλόν - σιρ - Σον (Chalons-sur-Saône). Στην πόλη υπάρχει αξιόλογος καθεδρικός ναός του 12ου-15ου αι. Η βιομηχανία της παράγει είδη ηλεκτρισμού και χημικά προϊόντα. Ανθηρή είναι και η βιομηχανία κατασκευής ελαφρών μηχανών. Ο πύργος στον γαλλικό νομό Σον-ε-Λουάρ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Βουργουνδία — (Bourgogne). Διοικητική περιφέρεια (31.582 τ. χλμ., 1.610.067 κάτ. το 1999) της κεντροανατολικής Γαλλίας, η οποία διαιρείται στα διαμερίσματα Ιόν (Yonne), Χρυσή Ακτή (Côte d’Or), Σον ε Λουάρ (Saône et Loire) και Νιέβρ (Nièvre). Η Β. είναι κατά το …   Dictionary of Greek

  • Κλινί — (Cluny). Κωμόπολη (4.376 κάτ. το 1999) της Γαλλίας, στη Βουργουνδία, στον νομό Σον ε Λουάρ. Είναι χτισμένη στην κοιλάδα του παραποτάμου του Σηκουάνα, Γκρον. Στην κωμόπολη εδρεύουν επιχειρήσεις κατεργασίας ξυλείας και κατασκευής επίπλων, ενώ είναι …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • ροδανός — I (Rhτne γαλλικά). Ποταμός της κεντρικής Ευρώπης, που εκβάλλει στον Κόλπο του Λέοντα (Μεσόγειος θάλασσα). Με τον ρου του (812 χλμ.) διασχίζει τη νότια Ελβετία και τη νοτιοανατολική Γαλλία και έχει λεκάνη απορροής 99.000 χλμ., από τα οποία 90.000… …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • Κεντρικός Ορεινός Όγκος ή Κεντρικό Υψίπεδο — (MassifCentral). Εκτεταμένη ορεινή περιοχή της νοτιοκεντρικής Γαλλίας. Ορίζεται από τη λεκάνη του Παρισιού στα Β, τη λεκάνη της Ακουιτανίας στα Δ και από τις κοιλάδες του Σον και του Ροδανού στα Α. Πρόκειται για παλαιοζωικό ορεινό όγκο, ο οποίος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”